greek retro, iv: χαρούλα αλεξίου (1979) o φαντάρος
γιώργος, καλοκαίρι στην ίλη στρατηγείου. στοπ. [...] χίλια εννιακόσια ογδόντα κάτι. ο θείος φεύγει με μετάθεση. οικογενειακή επίσκεψη στην παραμεθόριο. το χωριό ακριβώς στην άκρη του ποταμού. φίδια ασφαλτοστρώσεων κυριεύουν την επαρχία. η ελλάδα σε πρόγραμμα ταχύρυθμου εκσοσιαλισμού με εοκικές επιδοτήσεις. το βράδυ για φαγητό στη μοναδική ταβέρνα του χωριού. κάπνα. μια σόμπα πετρελαίου καίει δίπλα μου στο φουλ. ο πατέρας, κάπως αταίριαστα για την περίσταση, τρώει με τρόπο αρχοντικό. η μητέρα φοράει ένα καρώ, χρωματιστό φόρεμα. η παρουσία του θείου -θυμάσαι- αποσπά την προσοχή της απο πάνω σου. αυτός, με τα πολιτικά, ένας λεβέντης. ψηλός, με φωτεινό ανοιχτό δέρμα και τη χαρακτηριστική φευγαλέα ματιά του. αργά-αργά έρχονται οι ήχοι απο ένα άγνωστο τότε λαϊκό τραγούδι. είναι η φωνή της χαρούλας. ατελείωτη. μεγαλειώδης. τραγουδάει τον ’φαντάρο’. σκάβει τη μοναξιά και βγάζει έγνοια και ερωτισμό. ανιχνεύει το αρσενικό παράπονο όταν ψάχνει μια αγκαλιά με ένα τσαλακωμένο αδειόχαρτο στην τσέπη. η φωνή της δυναμώνει απο τις χιλιάδες προσωπικές ιστορίες αγοριών που πνίγονται σε δρόμους και παρέες άγνωστες. μακριά, στερημένοι από όλα. η μητέρα χαρούλα τους νοιάζεται. η γκόμενα χαρούλα τους κλείνει το μάτι απο το απέναντι τραπέζι.
ανακαλείς εικόνες λασπωμένων δρόμων, συρματοπλέγματα στρατοπέδων, κουρασμένα παιδιά στο χακί .κανένα νόημα όμως. θα καταλάβεις ωστόσο πολύ αργότερα ότι εκείνο το βράδυ στην παραμεθόριο ταβέρνα είχε αρχίσει να ξετυλίγεται ένα κουβάρι. πάνω κάτω είκοσι χρόνια μετά θα φτάσεις στην άκρη. στον άθλιο θάλαμο. δίπλα ξανά σε μια σόμπα πετρελαίου. πάνω στις βρώμικες κουβέρτες του ε.σ. .να σε μυρίζω. και συ να μου μαθαίνεις ότι παντού , πάντα μπορούμε να χτίζουμε τις μικρές μας πολύτιμες ευτυχίες [...] γιώργος, καλοκαίρι στην ίλη στρατηγείου. στοπ.
Creative Commons License.